Κινηματογράφοι της Γουμένισσας

Οι πρώτες κινηματογραφικές προβολές στη Γουμένισσα έγιναν από συνεργεία κρατικών και στρατιωτικών υπηρεσιών που περιέρχονταν την ύπαιθρο για να παρουσιάσουν τα πάλαι ποτέ “Επίκαιρα” και άλλα γεγονότα. Είχαν τη δική τους αποστολή στα πλαίσια της “ενημερώσεως και της διαφωτίσεως του κοινού”. Τόποι προβολής καφενεία, αίθουσες σχολείων, πλατείες, ελεύθεροι υπαίθριοι χώροι. Συχνά οι θεατές έφερναν καρέκλες από τα σπίτια. Η ενημέρωση γινόταν μέσω μεγαφώνων και οι πολίτες ανταποκρίνονταν στο κάλεσμα από περιέργεια, ενδιαφέρον, ενίοτε επειδή η πρόσκληση προέρχονταν από πολιτική ή στρατιωτική υπηρεσία.

Τον πρώτο κινηματογράφο στην κωμόπολη τον οργάνωσε ο Ιωάννης Μαλέγκος του Χρήστου και είχε το όνομα “ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ”. Ποιο άλλο όνομα θα μπορούσε να είναι στη καρδιά της Μακεδονίας! Ο ιδιοκτήτης γύρω στο 1955 μετέτρεψε παλαιό ιδιόκτητο κτίσμα επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου σε αίθουσα προβολής και την λειτούργησε ως τις αρχές του 1970. Στη συνέχεια στην θέση της παλαιάς ανήγειρε νέα, σύγχρονη για την εποχή, που εκτός από τις προβολές χρησιμοποιούνταν από τοπικούς φορείς για εκδηλώσεις. Λειτούργησε ως το 1980. Ο “ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ” ήταν τόπος αναφοράς και ψυχαγωγίας επί εικοσιπέντε χρόνια στην οδό, όπου τα απόβραδα, κυρίως Σαββατοκύριακα, γίνονταν η περίφημη βόλτα!

Η νέα εγκατάσταση του “ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ” ήταν ευρύχωρη, με μεγάλο προθάλαμο, όπου ήταν αναρτημένες φωτογραφίες και αφίσες των έργων που προβάλλονταν αλλά και προσεχών προβολών. Στην αίθουσα οδηγούσαν δύο δίφυλλες θύρες. Μεγάλη η αίθουσα με κατηφορικό προς την έξοδο δάπεδο για την άνετη παρακολούθηση από τους θεατές των προβολών από σταθερά πτυσσόμενα καθίσματα. Αριστερά και δεξιά ευρύχωροι διάδρομοι και μεγάλη οθόνη πάνω και στο μέσον μεταξύ των δύο εισόδων – εξόδων. Πίσω, σε ξέχωρο χώρο όπου οδηγούσε κλίμακα, ήταν η μηχανή προβολής. Η εγκατάσταση ήταν αρκετά καλή για τα δεδομένα της εποχής και σε σύγκριση με τις αντίστοιχες αίθουσες των μεγαλουπόλεων.

Η δεύτερη αίθουσα κατασκευάστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1960 επί της οδού Καπετάν Γκόνου από την οικογένεια Κύρου Κουσιδώνη με υπεύθυνο, στη συνέχεια και ιδιοκτήτη, τον γιό του Βασίλη. Ο κινηματογράφος ονομάζονταν “ΠΟΣΕΙΔΩΝ”. Γιατί πήρε το όνομα του αρχαίου θεού της θάλασσας σε κωμόπολη της ενδοχώρας, παραμένει άγνωστο. Λειτούργησε μέχρι και το 1988.

Η αίθουσα “ΠΟΣΕΙΔΩΝ” άνετη, ήταν σχεδόν όμοια ως προς την διάταξη με του “ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ”. Διέφερε στον προσανατολισμό του κτιρίου και την κατασκευή. Μπροστά και κάτω από την οθόνη υπήρχε σκηνή με αυλαία για θεατρικές παραστάσεις και άλλες εκδηλώσεις.

Οι ιδιοκτήτες των κινηματογράφων μας προμηθεύονταν ταινίες από τη Θεσσαλονίκη φυλαγμένες σε μεταλλικά κουτιά. Αρχικά μεταφέρονταν με τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ, αργότερα τις διακινούσαν διανομείς. Οι προβολές γίνονταν Σαββατοκύριακα και τις ημέρες εξόδου των στρατιωτών της τοπικής στρατιωτικής μονάδας. Θαμώνες ενήλικες, στρατιώτες, παιδιά συνοδευόμενα από τους γονείς σε έργα κατάλληλα για την ηλικία τους. Για την ταινία, τις ημέρες και τις ώρες προβολής υπήρχε ενημέρωση σε πίνακες που ήταν τοποθετημένοι μπροστά από τους κινηματογράφους και σε κεντρικά σημεία της κωμόπολης. Είχαν φωτογραφίες του προβαλλόμενου έργου και της προσεχούς προβολής. Στους πίνακες πάντα και οι επιγραφές “ΚΑΤΑΛΛΗΝΟΝ” ή “ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟΝ”, “ΠΡΟΣΕΧΩΣ”.

Με τον καιρό οι πίνακες ανακοινώσεων αναβαθμίστηκαν. Από ξύλινοι αρχικά, έγιναν μεταλλικοί με προστατευτικά των φωτογραφιών δικτυωτό σύρμα ή γυαλί. Υπήρχαν και “βανδαλισμοί” των πινάκων. Κάποιοι μουντζούρωναν, έσχιζαν φωτογραφίες ή τις αφαιρούσαν ως θαυμαστές των ηθοποιών.

Στα παιδιά και στους μαθητές επιτρέπονταν η παρακολούθηση, αν συνοδεύονταν στα κατάλληλα έργα από γονείς ή αν η πρωτοβουλία ήταν του σχολείου. Στην περίπτωση αυτή προβάλλονταν ταινίες μυθικού, ιστορικού ή θρησκευτικού περιεχομένου, όπως “Μπέν Χουρ”, “Σπάρτακος”, “Ζάλογγο”, “Μπουμπουλίνα”, “Η Βίβλος” κλπ. Υπήρχαν “τολμηροί μαθητές” που παρακολουθούσαν και άλλα έργα με το αζημίωτο για τον επιχειρηματία. Προτιμούσαν τις τελευταίες σειρές των καθισμάτων. Από εκεί ήταν ευκολότερη η διαφυγή προς τις εξόδους κινδύνου, τις τουαλέτες ή στο καμαρίνι της μηχανής, όταν εισέβαλε αστυνομικός ή κλιμάκιο καθηγητών εντεταλμένο να συλλάβει τους απείθαρχους στους σχολικούς κανόνες.

Την επομένη, την ώρα της πρωινής προσευχής του σχολείου, όσοι γίνονταν αντιληπτοί ή συλλαμβάνονταν, καλούνταν από τον διευθυντή να απολογηθούν ενώπιον καθηγητών και μαθητών. Μετά ταύτα, εξαγγέλλονταν “οι καμπάνες”. Οι τιμωρίες, που ήταν συνήθως αποβολή, κούρεμα “λουξ”, δηλαδή με τη ψιλή μηχανή, και ενίοτε “λίαν επιεικώς” μια ή περισσότερες σφαλιάρες.

Κατά την προβολή κάποιων ταινιών παρατηρούνταν το αδιαχώρητο. Αλησμόνητες έμειναν οι ινδικές παραγωγές με πρωταγωνιστές τον Ράτς Καπούρ και την Ναργκίς, όπως, “Γη ποτισμένη με ιδρώτα”, “Ο Αλήτης της Βομβάης” κλπ. Το ίδιο και με ελληνικές που πρωταγωνιστούσαν ο Νίκος Ξανθόπουλος, η Μάρθα Βούρτση: “Αγαπησα και πόνεσα”, “Ξεριζωμένη γενιά”, “Η καρδιά ενός αλήτη”, “Κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί”. Ουρές ο κόσμος, άτομα κάθε ηλικίας υπομονετικά περίμεναν να κόψουν εισιτήριο και να απολαύσουν εν μέσω κλαυθμών και αναστεναγμών τις προβαλλόμενες ταινίες της εποχής. Κόσμο συγκέντρωναν ταινίες με πρωταγωνιστές την Βουγιουκλάκη, τον Παπαμιχαήλ, την Καρέζη, κωμικούς ηθοποιούς αλλά και έργα με την εθνική σταρ της Τουρκίας Χούλια.

Όταν πια τη δεκαετία του 1980 η τηλεόραση είχε μπει σε όλα σχεδόν τα σπιτικά οι κινηματογραφικές αίθουσες δεν μπορούσαν να επιβιώσουν. Επήλθε ο μαρασμός και η κατάληξη. Μετατράπηκαν σε αποθήκες και καταστήματα ή στην χειρότερη περίπτωση σε κάποιες πόλεις ισοπεδώθηκαν. Είχαν γράψει την δική τους ιστορία!

Χρήστος Π. Ίντος